Τον Μάρτιο του 1956, ο σαλπιγκτής bebop Dizzy Gillespie και το συγκρότημά του ξεκίνησαν για την πρώτη περιοδεία τζαζ του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Νότια Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Νότια Ασία. Η επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης της εικόνας της Αμερικής στη Μεσόγειο τον οδήγησε στην Αθήνα για μια σειρά συναυλιών. Και ο Ντιζί, με τη μαγευτική του δεξιοτεχνία, τη σύλληψη σόλων και τις ισότιμες ευαισθησίες που ενισχύονται από το παιχνιδιάρικο χιούμορ, κέρδισε σε ένα ευρύ φάσμα ακροατηρίων. Οι Έλληνες είχαν ταραχήσει στην Αθήνα τον Μάιο του 1956, διαμαρτυρόμενοι για την αποφασιστικότητα της Αμερικής να υποστηρίξει τους Βρετανούς στον αγώνα για Κύπρος. Οι εφημερίδες ρωτούσαν γιατί η Αμερική έστειλε τζαζ μπάντες στην Ελλάδα αντί για όπλα. Η εναρκτήρια συναυλία του Dizzy διοργανώθηκε για τους ίδιους μαθητές που μόλις πέταξαν βράχια στα παράθυρα της Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ. Η ένταση ήταν υψηλή καθώς το συγκρότημα άρχισε να παίζει και οι μαθητές χλευάζουν. Γρήγορα, μια δυσοίωνη σιωπή έπεσε. Και μετά ... καθώς το συγκρότημα βρυχηθούσε και ταλαντεύτηκε, οι χλευασμοί στράφηκαν σε πανηγυρισμούς και η ταραχή είχε στραφεί προς έγκριση με καπέλα, μπουφάν και άλλα ρούχα που ρίχτηκαν στην οροφή. Το πλήθος τραβήχτηκε τόσο πολύ που μετέφεραν τον Ντίζυ στους ώμους τους, σταματώντας την κίνηση στο κέντρο της Αθήνας.
«…Υπάρχει μια ξεχωριστή βραδιά που τη ζήσαμε μαζί (με τον Μάνο Χατζιδάκι) πριν από πολλά χρόνια, το 1955. […] Ένα από τα συγκροτήματα που ήρθαν στην Αθήνα από τη Νέα Υόρκη ήταν μια ορχήστρα τζαζ, η οποία αποτελούνταν από μαύρους μουσικούς, υπό τη διεύθυνση του τρομπετίστα και μαέστρου της ορχήστρας Ντίζι Γκιλέσπι, ένα από τα ιερά τέρατα της τζαζ. Ενορχηστρωτής της ορχήστρας και πιανίστας ήταν ο, νέος τότε και αργότερα διάσημος συνθέτης της τζαζ, Κουίνσι Τζόουνς. […] Ο διάσημος πλέον Κουίνσι Τζόουνς ήταν τότε ο πιανίστας της ορχήστρας τού Γκιλέσπι. Δόθηκαν 3 συναυλίες στο Θέατρο «Ρεξ», τις οποίες φυσικά παρακολούθησε ο Μάνος και γνωρίστηκε με τους μουσικούς. Επειδή οι προσκλήσεις γι' αυτές τις συναυλίες βασίζονταν σε πρωτόκολλο, ο Γκιλέσπι δεν ήταν και πολύ ικανοποιημένος με το κοινό των συναυλιών και ζήτησε να προσφέρει μια συναυλία αποκλειστικά για φοιτητές με ελεύθερη είσοδο. Εκείνο το βράδυ έγινε πανζουρλισμός. Ο φοιτητόκοσμος κατέκλεισε το θέατρο, οι νέοι κρέμονταν σαν τσαμπιά σταφύλια από τα θεωρεία, χειροκροτούσαν και φωνάζαν το όνομα του Γκιλέσπι. Οταν τελείωσε η συναυλία, όρμησαν στη σκηνή, σήκωσαν τον Γκιλέσπι στα χέρια και τον κατέβασαν μέχρι την Ομόνοια. Την άλλη μέρα το απόγευμα είχαμε συνάντηση με τον Αχιλλέα Μαμάκη στους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου, για συνεντεύξεις με τους Γκιλέσπι και Κ. Τζόουνς για την εκπομπή του «Το θέατρο στο μικρόφωνο». Μαζί είχε έρθει και ο Μάνος και όταν τελείωσαν οι συνεντεύξεις, ήταν πια αργά το βράδυ, ο Μάνος πρότεινε να τους πάμε κάπου να φάμε, και αποφάσισε να πάμε στου Τσιτσάνη, κάτω στις Τζιτζιφιές. Εξηγήσαμε στους φίλους ποιος ήταν ο Τσιτσάνης και ξεκινήσαμε. Ο Τσιτσάνης μάς δέχτηκε με χαρά και αρχοντιά, εφόσον ο Μάνος τού σύστησε τους αμερικανούς μουσικούς και αναφέρθηκε στη μουσική τους. Οι ξένοι τόσο πολύ ενθουσιάστηκαν με τη μουσική και τα τραγούδια που άκουγαν απ' τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου, ώστε κάποια στιγμή ο Τσιτσάνης ζήτησε από τον Γκιλέσπι και τον Τζόουνς να παίξουν κάτι όλοι μαζί. Ανέβηκαν στο πάλκο και οι δύο. Ο μεν Κουίνσι Τζόουνς κάθησε στο πιάνο, ο Γκιλέσπι έπαιζε την τρομπέτα του και ο Τσιτσάνης μπουζούκι, δημιουργώντας ένα απίστευτο jam session (αυτοσχεδιασμοί) ανεπανάληπτο. Ακόμα λυπάμαι που δεν είχαμε μαζί μας ένα φορητό μαγνητόφωνο να ηχογραφήσουμε αυτή την τόσο ασυνήθιστη μουσική που έβγαινε από τους αυτοσχεδιασμούς. Καθήσαμε ώς τα ξημερώματα».



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου